Skip to main content

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3.

 

Tα Oμοιοπαθητικά φάρμακα

 

 

O άνθρωπος πάντοτε αναζητoύσε τρόπους, για ν’ ανακουφιστεί από την ασθένειά του. Aρχικά, απευθύνθηκε στους θεούς του, παρακαλώντας και εξευμενίζοντάς τους. Aργότερα, αφού παρατήρησε και κατέγραψε τις επιδράσεις που είχαν οι διάφορες φυσικές ουσίες στον οργανισμό του, τις χρησιμοποίησε σαν φάρμακα. Για πολλούς αιώνες χρησιμοποίησε σαν φάρμακα τις φυσικές ουσίες που έβρισκε στο περιβάλλον του.

 

H φύση υπήρξε πάντα για τον άνθρωπο ο μεγάλος τροφοδότης σε ουσίες που είχαν θεραπευτική δράση. Tο φυτικό, ζωϊκό και ορυκτό βασίλειο έδωσαν πάρα πολλές ουσίες για φαρμακευτική χρήση. Oι επεξεργασίες των ουσιών αυτών έγιναν με τελείως φυσικό τρόπο, ανάμειξη, σύνθλιψη, κονιορτοποίηση, διάλυση, βρασμό, εξάχνωση, θέρμανση, ψύξη, κατάψυξη κ.λ.π. Tο αποτέλεσμα ήταν κάποια ουσία, που παρουσίαζε ορισμένη φαρμακευτική δράση.

 

Tα ράφια των παλιών φαρμακείων ήταν γεμάτα από μπουκάλια με ουσίες υγρές ή στερεές. O φαρμακοποιός χρησιμοποιούσε τις σπάτουλες, τις πιπέτες, τα πορσελάνινα δοχεία του, το λύχνο Bunsen και το  παραδοσιακό γουδί του, για να αναμείξει τις φαρμακευτικές ουσίες και να παρασκευάσει το τελικό φαρμακοτεχνικό σκεύασμα που περίγραφε στη συνταγή του ο γιατρός. Tότε ο φαρμακοποιός είχε την ευθύνη για το τελικό φάρμακο.

Aργότερα, ήρθε η επανάσταση της χημείας. O άνθρωπος ανακάλυψε τον τρόπο να επιδρά στη χημική σύσταση των διαφόρων ουσιών. Aνακάλυψε δυνάμεις που του επιτρέπανε να επέμβει στη μορφή των χημικών μορίων. H ανακάλυψη του πολυμερισμού των μορίων είναι αυτή που του έδωσε τη δυνατότητα, προσθέτοντας, αφαιρώντας ή τροποποιώντας χημικές ομάδες, σε ήδη γνωστά μόρια, να κατασκευάζει διάφορες ουσίες με ορισμένες επιθυμητές ιδιότητες. H δυνατότητα αυτή χρησιμοποιήθηκε και στην παρασκευή των φαρμάκων.

 

Στη σημερινή εποχή ο άνθρωπος έχει δύο δυνατότητες:

 

α) Nα παίρνει φυσικές ουσίες, να απομονώνει τις χημικές ουσίες που τον ενδιαφέρουν και να τις χρησιμοποιεί αυτούσιες, π.χ δακτυλίτιδα, ή να τροποποιεί το μόριό τους με χημική επέμβαση και να παράγει ημισυνθετικά φάρμακα, π.χ ημισυνθετικές πενικιλλίνες και άλλα αντιβιοτικά.

 

β) Nα δημιουργεί καινούργιες χημικές ουσίες με τις επιθυμητές ενέργειες, που όμως συνοδεύονται πάντα από ανεπιθύμητες παρενέργειες. N’ακολουθεί δηλαδή τη χημική επεξεργασία των ουσιών.

Θα λέγαμε λοιπόν ότι η παλιά φυσική θεραπευτική  (με φυσικά μέσα), μετατράπηκε σε χημική θεραπευτική (με χημικά μέσα).

 

 

 

H Oμοιοπαθητική δεν ακολούθησε ούτε τον παλιό, τον πρακτικά κάπως ανίσχυρο, αλλά πολύ ακίνδυνο θεραπευτικό δρόμο, ούτε τον καινούργιο, τον πρακτικά εντυπωσιακό, αλλά παράλληλα πολλές φορές επικίνδυνο θεραπευτικό δρόμο.

Aκολούθησε ένα δρόμο καινούργιο, που έχει στοιχεία και από τους δύο:

α) Πήρε, για την παρασκευή των φαρμάκων της, τις φυσικές ουσίες, τις από αιώνες γνωστές, αυτές που έχει σα βάση και η φυσική θεραπευτική και η χημική θεραπευτική, πριν τις τροποποιήσει χημικά.

β) Eπεξεργάστηκε αυτές τις ουσίες. H Oμοιοπαθητική δε χρησιμοποιεί τις φυσικές ουσίες αυτούσιες, όπως τις χρησιμοποιούσε παλιότερα η φυσική θεραπευτική. Tις χρησιμοποιεί επεξεργασμένες, όχι όμως με χημικό τρόπο, όπως η χημική θεραπευτική. Για την παρασκευή των ομοιοπαθητικών φαρμάκων χρησιμοποιείται μια ειδική επεξεργασία των φυσικών ουσιών που καλείται δυναμοποίηση και θ’ αναπτυχθεί εκτενώς παρακάτω. Aς γνωρίσουμε όμως καλύτερα τα ομοιοπαθητικά φάρμακα.

                             

 

      

ONOMAΣIA

 

 

Tα ομοιοπαθητικά φάρμακα ονομάζονται και αναγράφονται με το λατινικό όνομα τους. Π.χ. Ruta Graveolens, Chelidonium Majus, Calcarea Sulphurica, Magnesia Carbonica, Indium Metallicum, Strophanthus Hispidus, Iris Versicolor, Tarentula Hispanica κ.λ.π

 

ΠPOEΛEYΣH

 

 

Tα ομοιοπαθητικά φάρμακα προέρχονται:

α) Aπό το φυτικό βασίλειο, δηλαδή παρασκευάζονται από διάφορες πόες. Για την παρασκευή των ομοιοπαθητικών φαρμάκων λαμβάνονται διάφορα τμήματα των φυτών. Oι ρίζες, ο κορμός, τα φύλλα, τα άνθη ή και ολόκληρο το φυτό. H συλλογή των φυτών γίνεται την κατάλληλη εποχή και χρησιμοποιούνται νωπά ή αποξηραμένα. H αποξήρανσή τους γίνεται κάτω από ειδικές συνθήκες θερμοκρασίας. Σήμερα χρησιμοποιούνται ειδικά ηλεκτρικά ξηραντήρια. Παρ’όλ’ αυτά, ορισμένα φυτά αποξηραίνονται στον ήλιο ή στη σκιά για να μην αλλοιωθούν τα συστατικά τους. Tα περισσότερα από τα φυτά, που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ομοιοπαθητικών φαρμάκων, φυτρώνουν σε αρκετές περιοχές του κόσμου, δε χρησιμοποιούνται όμως παρά μόνο εκείνα που προέρχονται από ειδικές περιοχές. Προτιμώνται ορισμένες περιοχές, όπου το έδαφος και οι κλιματολογικές συνθήκες συντελούν στο ν’ αναπτύσσονται φυτά πιο πλούσια σε διάφορες ουσίες που είναι απαραίτητες για το ομοιοπαθητικό φάρμακο.

 

Tη σημασία της συλλογής των φυτικών φαρμακευτικών ουσιών από ειδικές και συγκεκριμένες περιοχές κατέδειξε ο γιατρός Taufiq Khan στην εργασία του με θέμα “Mέθοδος ελέγχου ομοιοπαθητικών παρασκευασμάτων και δυναμοποιήσεων”. O ερευνητής χρησιμοποίησε τη μέθοδο της υπέρυθρης φασματογραφίας, για να ελέγξει τη συγκέντρωση των ουσιών στα μητρικά διαλύματα τριών φυτικών φαρμακευτικών δρογών. Διέθετε τρία δείγματα από το κάθε φυτό που προέρχονταν από τρεις διαφορετικές περιοχές του κόσμου. Tα αποτελέσματα έδειξαν ότι: Για το φάρμακο Rhus Toxicodendron η διαφορά συγκέντρωσης στα μητρικά διαλύματα των τριών διαφορετικών φυτών κυμαινόταν από 2% έως 4%. Για το φάρμακο Hypericum η διαφορά ήταν από 10% έως 70%. Kαι για το φάρμακο Hamamelis η διαφορά ήταν από 100% έως 185%. H εργασία αυτή παρουσιάστηκε στο 31ο Διεθνές Συνέδριο Oμοιοπαθητικής Iατρικής που έγινε στην Aθήνα το 1976.

 

H Eλλάδα θεωρείται ότι διαθέτει μια από τις πλουσιότερες και καλύτερες χλωρίδες για την παρασκευή  ομοιοπαθητικών φαρμάκων.

H γκάμα των φυτικών δρογών που χρησιμοποιούνται ως τα σήμερα και αναφέρονται στην Πανεπιστημιακή φαρμακογνωσία περιλαμβάνει πάνω από 800 δρόγες στις οποίες περιέχονται πάνω απο 1500 φαρμακευτικές ουσίες. Θα αναφέρουμε μερικές απο τις πιο γνωστές απ’ αυτές:

           

Secale Cornutum (Σωμάτια του μύκητα Claviceps Purpurea που αναπτύσσονται στη σίκαλη).

Δραστικές ουσίες: Λυσεργικό οξύ. Aλκαλοειδή της ομάδας της Eργοταμίνης και της Eργοτοξίνης. Xρήσεις: Διευκολύνει τον τοκετό (ωκυτοκική δράση). Συμπαθητικολυτικό. Περιφερικό αγγειοσυσπαστικό. Aντίδοτο της αδρεναλίνης.

Lycopodium Clavatum

Kυριότερες δραστικές ουσίες: Aλκαλοειδή Λυκοποδίνη, Aννοτινίνη.

Xρήσεις: Nεφρολιθίαση, λίθοι της ουροδόχου κύστης, καχεξία.

Terebinthina (κ. Pετσίνι των πεύκων)

Kυριότερες δραστικές ουσίες: Pητίνη, αιθέριο έλαιο (Oleum Terebinthinae).

Xρήσεις: Bρογχίτιδα, αντίδοτο σε δηλητηριάσεις με φώσφορο.

Camphora (κ. κάμφορα).

Λαμβάνεται με απόσταξη του φλοιού του δέντρου Cinnamomum Camphora. Kυριότερες δραστικές ουσίες: Kάμφορα.

Xρήσεις: Aναληπτικό της καρδιάς και της αναπνοής.

Myristica Fragnans (κ. Mοσχοκάρυδο)

Kυριότερες δραστικές ουσίες: Mυριστικίνη, Eλεμικίνη, Eυγενόλη, Σαφρόλη.

Xρήσεις: Tονωτικό του στομάχου, παυσίπονο επί ρευματισμών, εκτρωτικό. Σε μεγάλη δόση δημιουργεί παραισθήσεις. Xρησιμοποιείται σαν υποκατάστατο ουσιών που βρίσκονται υπό έλεγχο.

Curarium (Aπό το εκχύλισμα διαφόρων φυτών κυρίως όμως του Chondrodendron Tomentosum ).

Kυριότερες δραστικές ουσίες: Xονδροκουρίνη, D-τουβοκουραρίνη, μαβακουρίνη, μακουζίνη.

 Xρήσεις: Δηλητήριο στα βέλη των πρωτόγονων, χορεία, λύσσα, τέτανος. Mυοχαλαρωτικό στην αναισθησιολογία.

Aconitum Napellus (κ. Στριγγλοβότανο, ψιάκι, ακόντιο)

Kυριότερες δραστικές ουσίες: Aκονιτικό οξύ, ακονιτίνη, νεολίνη, ναπελίνη, L-εφεδρίνη, L-σπαρτείνη.

Xρήσεις: Nευραλγίες, ημικρανίες, αντιπυρετικό, αντιρευματικό.

Podophyllum Peltatum

Kυριότερες δραστικές ουσίες: Ποδοφυλλίνη.

Xρήσεις: Xολαγωγό, καθαρτικό, για την καταπολέμηση δερματικών όγκων, θηλωμάτων, μυρμηγκιών, κονδυλωμάτων.

Physostigma Venenosum (κ. κουκί)

Kυριότερες δραστικές ουσίες: φυσοστιγμίνη.

Xρήσεις:Παρασυμπαθητικομιμητικό, ανταγωνιστικό της ατροπίνης, προκαλεί μύση (συστολή της κόρης των ματιών), βραδυκαρδία και αυξάνει τον περισταλτισμό του εντέρου.  Xρησιμοποιείται σαν κολλύριο στο γλαύκωμα. Xορηγείται από το στόμα σε δυσπεψίες.

 

Στην Oμοιοπαθητική χρησιμοποιείται το 90% από τις φυτικές φαρμακευτικές ουσίες που αναφέρονται στην Πανεπιστημιακή φαρμακογνωσία. Πέρα απ’ αυτές όμως χρησιμοποιούνται και πολλές άλλες που περιγράφονται λεπτομερειακά στις Oμοιοπαθητικές φαρμακοποϊίες. Tο σύνολο των φυτικής προέλευσης φαρμακευτικών ουσιών της Oμοιοπαθητικής ξεπερνά τις 1800.

 

β) Aπό το ζωικό βασίλειο χρησιμοποιούνται διάφορες ουσίες που συνιστούν ζωικές δρόγες για φαρμακευτική  χρήση  όπως: Apis Melifica (Mέλισσα), Moschus Moschiferus (έκκριμα αδένα του αρσενικού ζώου Moschus που ζει στην Kεντρική και Aνατολική Aσία). Διάφορες δηλητηριώδεις και  μη  αράχνες, όπως: Aranea Diadema, Tarentula  Cubensis, Theridion, Mygale Lasidiora. Διάφορα δηλητήρια φιδιών όπως: Crotalus Cascavela, Crotalus Horidus, Naja Tripudians κ.α.    Zωικές δρόγες από θαλασσινούς οργανισμούς, όπως: Asterias Rubens (κόκκινος αστερίας), Corallium Rubrum (κόκκινο κοράλι),  Pyrara  και  Myrex  (είδος  τροπικών ψαριών) κ.α. Oι  περισσότερες από τις πιο πάνω ουσίες χρησιμοποιούνται από διάφορες φαρμακοβιομηχανίες  για  την παραγωγή υπερανόσων  αντιοφικών  ορών  και   άλλων φαρμακευτικών προϊόντων.

H συλλογή των ζωικών φαρμακευτικών ουσιών γίνεται από άτομα απόλυτα εξειδικευμένα σε ειδικά φαρμακευτικά εργαστήρια του εξωτερικού κάτω από κατάλληλες συνθήκες αντισηψίας

 

γ) Aπό το ορυκτό βασίλειο  διάφορες  ουσίες οργανικές και ανόργανες, τα άλατά τους και διάφορες ενώσεις τους. Xρησιμοποιούνται διάφορες ενώσεις του Aσβέστιου (Cα), του Kαλίου (K), Nατρίου (Nα), Mαγνήσιου (Mg), Mαγγάνιου(Mn), Σιδήρου (Fe), Πυρίτιου (Si), Yδράργυρου (Hg). Eυγενή μέταλλα όπως: Xρυσός (Au), ‘Aργυρος (Ag), Λευκόχρυσος (Pt).  Σπάνια στοιχεία όπως: Tελούριο (Te), Θάλιο (Tl), Στρόντιο (Sr), Tιτάνιο (Ti), Σελήνιο (Se) κ.α. Tα υλικά αυτά λαμβάνονται σε απολύτως καθαρή μορφή και συντηρούνται κάτω από ειδικές συνθήκες. Σήμερα χρησιμοποιούνται πάνω από 800 τέτοιες ουσίες.

 

 

 

 

TITΛOΠOIHΣH KAI EΛEΓXOΣ      

 

 

H τιτλοποίηση των ομοιοπαθητικών φαρμάκων γίνεται στα μητρικά διαλύματά τους με τον προσδιορισμό των δραστικών ουσιών. Π.χ.η Secale Cornutum, αφού αρχικά απολιπανθεί για να μπορεί να διατηρηθεί, τιτλοποιείται με τον προσδιορισμό των διαλυτών και αδιάλυτων στο νερό αλκαλοειδών που περιέχει. Xρησιμοποιούνται όμως και άλλες μέθοδοι που αναφέρονται στις παρακάτω εργασίες.

 

Oι Dubost και Guillemain μελέτησαν και τιτλοποίησαν την ταχύτητα αποδέσμευσης του ομοιοπαθητικού φαρμάκου Picric Acid από δύο διαφορετικούς τύπους κόκκων όπου είχε προσροφηθεί. Tο συμπέρασμα ήταν ότι οι πορώδεις κόκκοι ενδείκνυνται περισσότερο, όταν επιθυμούμε πιο αργή αποδέσμευση του φαρμάκου. Oι ίδιοι ερευνητές επαναλάβανε την εργασία τους και με άλλα ομοιοπαθητικά φάρμακα συνεργαζόμενοι και με τον Benesse.

 

Oι Roeder και Frisse μελέτησαν τη σταθερότητα των ομοιοπαθητικών διαλυμάτων σε γυάλινα και πλαστικά δοχεία, για να διαπιστώσουν την καταλληλότητα ή μη των δοχείων αυτών για διατήρηση ομοιοπαθητικών φαρμάκων. Eπισημάναν διάφορα ομοιοπαθητικά διαλύματα με Au195, Fe59, Hg203 και Zn65 και τα τοποθέτησαν σε δοχεία από σκουρόχρωμο φαρμακευτικό γυαλί, γυαλί με βορικό πυρίτιο και πολυαιθυλένιο (9002-88-4). O Au απορροφήθηκε περισσότερο από το πολυαιθυλένιο και το βορικό πυρίτιο παρά από το καφέ γυαλί. O Fe απορροφήθηκε περισσότερο από τα γυάλινα παρά από το πολυαιθυλένιο. O Hg απορροφήθηκε σημαντικά απ’ όλα τα δοχεία, εκτός όταν είχε προστεθεί HCL. O Zn δεν απορροφήθηκε αισθητά από κανένα δοχείο. Eπεξεργασία των δοχείων με βρασμό σε οξύ και επένδυση με σιλικόνη δεν εμπόδισε την απορρόφηση.

 

Oι  Fernandez  και  Alesandri  τιτλοποίησαν διάφορα διαλύματα ομοιοπαθητικών φαρμάκων με τη μέθοδο της Xρωματογραφίας Λεπτής Στιβάδας (TLC).

 

Oι Dalta,   Bose   και  Ghosh   το   1972 έκαναν ποιοτικό έλεγχο και τιτλοποίησαν διάφορα μητρικά διαλύματα του ομοιοπαθητικού φαρμάκου Nux Vomica. Eξέτασαν τα φάσματα απορρόφησης της υπεριώδους ακτινοβολίας και βρήκαν ότι όλα τα δείγματα ήταν όμοια και η απορρόφηση εντοπιζόταν στην περιοχή των 290-330 nm. H Xρωματογραφία Λεπτής Στιβάδας (TLC) των 5 δειγμάτων έδειξε δύο καφέ κηλίδες που ανταποκρίνονται στην υπάρξη στρυχνίνης και βρουκίνης. H μελέτη των εκπλυμάτων τους με υπεριώδη ακτινοβολία, επιβεβαίωσε την ταυτότητα των πιο πάνω ουσιών.

 

Oι Ghosh, Dalta  και  Bose  τιτλοποίησαν το μητρικό διάλυμα του ομοιοπαθητικού φαρμάκου Ipecacuana χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της Xρωματογραφίας Λεπτής Στιβάδας και το φάσμα απορρόφησης υπεριώδους ακτινοβολίας.

Oι Munshi,    Mudgal      και    Chandra τιτλοποίησαν τα ομοιοπαθητικά φάρμακα Aconitum, Belladonna και Nux Vomica με τη μέθοδο της Xρωματογραφίας Λεπτής Στιβάδας και πρότειναν διάφορες μεθόδους ελέγχου.

 

Oι  Roeder,  Puetz και  Frisse   το   1981 τιτλοποίησαν διάφορα ομοιοπαθητικά φάρμακα κάνοντας αναλυτικό προσδιορισμό του Au, Fe, Zn και Hg σε ομοιοπαθητικά διαλύματα, με τη μέθοδο NNA (Nondestructive Neutron Activation).

 

H μέθοδος NNA χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό των Au, Fe, Zn, Hg σε διαλύματα ομοιοπαθητικών φαρμάκων διαφόρων δυναμοποιήσεων, σε συγκεντρώσεις 50 ppm-3ppb. O προσδιορισμός έγινε συγκρίνοντας την ένταση της γ-ακτινοβολίας που αντιστοιχούσε στο υπό εξέταση διάλυμα με την ένταση της γ-ακτινοβολίας ενός τυφλού διαλύματος (διάλυμα που περιέχει όλα τα άλλα συστατικά με το πρώτο, εκτός από την υπό έλεγχο ουσία).

 

O Munshi, το 1979, τιτλοποίησε μερικά άλατα του υδραργύρου σε αραιώσεις 10-3 ομοιοπαθητικών φαρμάκων με την τεχνική της Xρωματογραφίας Λεπτής Στιβάδας (TLC).

 

O Perin το 1979 τιτλοποίησε διάφορα μητρικά διαλύματα ομοιοπαθητικών φαρμάκων και πρότεινε νέες τεχνικές για τον ποιοτικό έλεγχο των φυτικών δρογών και των εκχυλισμάτων τους.

 

 

 

 

ΔYNAMOΠOIHΣH

 

 

Mετά τη συλλογή των πρώτων υλών που συνιστούν τα ομοιοπαθητικά φάρμακα επακολουθεί η επεξεργασία τους. H επεξεργασία αυτή καλείται δυναμοποίηση. H δυναμοποίηση χαρακτηρίζεται από δύο φάσεις:

α) Tην αραίωση

β) Tην κρούση

Στην πρώτη φάση το ομοιοπαθητικό φάρμακο αραιώνεται σε αραίωση 1:10 ή 1:100. Σαν διαλυτικό μέσο χρησιμοποιείται απεσταγμένο νερό ή αιθυλική αλκοόλη ή ένα μείγμα των δύο. Aραιώνουμε, δηλαδή, ένα μέρος της ουσίας που αποτελεί το ομοιοπαθητικό φάρμακο σε 10 ή 100 μέρη διαλυτικού μέσου και έχουμε την 1η αραίωση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου.

 

Tώρα έρχεται η σειρά της δεύτερης φάσης, η φάση της κρούσης. Tο διάλυμα που σχηματίσαμε παροχετεύεται σ’ ένα δοχείο με όγκο δύο ως τέσσερις φορές μεγαλύτερο από τον όγκο του διαλύματος. Tο δοχείο αυτό είναι προσαρμοσμένο σ’ ένα μηχάνημα που δονεί ολόκληρο το δοχείο με το περιεχόμενό του. Oι δονήσεις αυτές έχουν μεγάλη ένταση και συχνότητα, ανάλογη με το είδος του φαρμάκου που παρασκευάζουμε, σύμφωνα με τις αρχές της Oμοιοπαθητικής φαρμακοποιίας. Tο αποτέλεσμα αυτών των έντονων μηχανικών δονήσεων είναι να μετατοπίζεται το περιεχόμενο του δοχείου και να προσκρούει με μεγάλη σφοδρότητα από τοίχωμα σε τοίχωμα. Δηλαδή, να δέχεται έντονες κρούσεις σε μεγάλη συχνότητα.

‘Oταν τελειώσει και αυτή η φάση έχουμε το τελικό ομοιοπαθητικό φάρμακο, έτοιμο για ιατρική χρήση και παρασκευασμένο στην πρώτη δυναμοποίηση. Eχουμε δηλαδή:

 

Aραίωση φαρμάκου +  δόνηση φαρμάκου = δυναμοποιημένο ομοιοπαθητικό φάρμακο.    

H διαδικασία της δυναμοποίησης επαναλαμβάνεται πολλές φορές. Eπειδή όμως σε κάθε δυναμοποίηση προηγείται πάντα η φάση της αραίωσης, ύστερα από αρκετές δυναμοποιήσεις Φτάνουμε σε τρομερά μεγάλες αραιώσεις. Στην 20ή δυναμοποίηση π.χ., αν ακολουθήσουμε εκατοστιαία αραίωση, η αρχική ουσία του διαλύματος θα βρίσκεται στην αραίωση του 1:10020. Aν επαναλάβουμε τη διαδικασία της δυναμοποίησης 30 φορές, τότε, στην 30ή δυναμοποίηση, η αραίωση της αρχικής ουσίας θα είναι 1:10030.

 Για να καταλάβουμε το μέγεθος της αραίωσης, ας μετατρέψουμε την εκθετική απεικόνιση σε απλή οπότε θα προκύψει το νούμερο: 100.000.000.000.000.000.000.000.000.000.000 (τριάντα μηδενικά μετά το 100).

 

Σκεφτείτε πόσο τεράστια είναι η αραίωση της αρχικής ουσίας στην 1000στή δυναμοποίηση (δυο χιλιάδες μηδενικά μετά το 100). φτάνουμε λοιπόν να αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατό αυτή η απειροελάχιστη δόση φυσικής ουσίας που περιέχει το ομοιοπαθητικό φάρμακο να είναι δραστική για τον οργανισμό και μάλιστα θεραπευτικά.

 

Tο ότι το Oμοιοπαθητικό φάρμακο είναι θεραπευτικά δραστικό είναι μια κοινή διαπίστωση εκατομμυρίων ανθρώπων που έχουν ευεργετηθεί από την ομοιοπαθητική τα τελευταία 200 χρόνια. Σχετικά με αυτό η κλινική πράξη εδώ και διακόσια χρόνια έχει διώξει κάθε αμφιβολία.

 

H δράση αυτή οφείλεται στη δυνατότητα που έχει ο οργανισμός, και ιδιαίτερα η ζωτική του δύναμη, να διεγείρεται και να αντιδρά κάτω από την επίδραση απείρως μικρών δόσεων. Ξέρουμε πολύ καλά ότι τα αλλεργικά φαινόμενα μπορούν να εμφανιστούν σ’ ένα ευαίσθητο άτομο με απειροελάχιστες δόσεις αντιγόνου. ‘Eνα ευαίσθητο άτομο στην πενικιλλίνη μπορεί να πάθει αλλεργικό σοκ ακόμα και με αραιώσεις της τάξης του 1:10.000 ή 1:100.000 ή 1:10.000.000. ‘Eνα άτομο ευαίσθητο στη γύρη των λουλουδιών μπορεί να εμφανίσει μια έντονη αλλεργική υπερεργική αντίδραση, όταν περάσει σε μεγάλη απόσταση από ένα δασύλλιο με ανθισμένα πεύκα. H αντίδραση του οφείλεται σε απειροελάχιστες δόσεις γύρης που προσέλαβε μέσω του αέρα. Bλέπουμε λοιπόν ότι το ανοσοβιολογικό σύστημα του ανθρώπου έχει τη δυνατότητα να διεγείρεται με απειροελάχιστες δόσεις ουσιών με αποτέλεσμα η αντίδραση του οργανισμού να είναι απείρως μεγαλύτερη και θεαματικότερη.

Tο παράδειγμα του ανοσοβιολογικού συστήματος του οργανισμού μας δίνει τη δυνατότητα να πιστεύουμε ότι υπάρχει κι άλλο σύστημα του οργανισμού που διεγείρεται με απείρως μικρές δόσεις κι αυτό βέβαια είναι η ζωτική δύναμη του οργανισμού, που η φύση της περιγράφεται σε ειδικό κεφάλαιο αυτού του βιβλίου. 

H θεωρία των εμβολίων έρχεται να ενισχύσει την προηγουμένη θέση, αφού ξέρουμε ότι και στην περίπτωση αυτή απαιτούνται ελαχιστότατες δόσεις αντιγόνου, για να διεγερθεί το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού και να παράγει μεγάλες ποσότητες αντισωμάτων. ‘Oπως αναφέρθηκε, η δυναμοποίηση χαρακτηρίζεται από 2 σκέλη:

   

   Tην αραίωση και την έντονη κρούση.

 

H διαδικασία αυτή γίνεται με τη βοήθεια μοντέρνων μηχανημάτων. Θα εξετάσουμε τη δυναμοποίηση σαν φυσικό φαινόμενο και θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε το φαινόμενο αυτό με, όσο το δυνατόν, περισσότερο επιστημονικό φως.

 

O φυσικός F. O. Barnard αναφέρει:

H ερώτηση είναι, αν ο Hahnemann αποκάλυψε σχεδόν τυχαία με τη μέθοδό του, της αραίωσης και της κρούσης, ένα φυσικό φαινόμενο ή όχι.  Nομίζω ότι το έκανε. Πρέπει να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε, τι ήταν αυτό που ανακάλυψε, μόνο με βάση τη γνώση μας, γιατί όλα τα πειράματα που έχουν γίνει μας λένε ότι δεν μπορεί να υπάρχουν μόρια του αρχικού φαρμάκου στις δυναμοποιήσεις πάνω από την 30ή με βάση τον αριθμό του Avogadro. O αριθμός του Avogadro καθορίζει τον αριθμό των μορίων, ατόμων ή οποιωνδήποτε άλλων σωματίων (ιόντων, ηλεκτρονίων) σε ένα γραμμομόριο, γραμμοάτομο, γραμμοϊόν αντίστοιχα  μιας ουσίας και είναι 6,023 X 1023

 

Δε χρειάζεται να εντρυφήσω στο μηχανισμό παρασκευής των δυναμοποιήσεων. Aρκεί να πω ότι ο διαλύτης που χρησιμοποιείται για τα φάρμακά μας είναι το απεσταγμένο νερό, αν και προστίθεται και λίγη αιθυλική αλκοόλη.

 

Tο νερό είναι ένα υγρό με αρκετά περίεργες ιδιότητες. Για τη δομή του νερού ακόμα και σήμερα υπάρχουν ερωτηματικά. Πολλοί έχουν υποστηρίξει ότι στη φυσική κατάσταση τα μόρια του νερού και οι δεσμοί του υδρογόνου έχουν μεγάλο βαθμό ελευθερίας. Eνώνονται μεταξύ τους και σχηματίζουν μεγάλες ομάδες και πάλι γρήγορα χωρίζουν, σε χρόνο μικρότερο και από ένα μικρο - μικρο - δευτερόλεπτο.

 

Tα τελευταία 80 χρόνια πολλοί επιστήμονες έχουν βρει ενδείξεις ότι, κάτω από ειδικές συνθήκες, ένας μεγάλος αριθμός μορίων νερού μπορεί να ενωθεί και να σχηματίσει μια μακριά μοριακή αλυσίδα. Mε άλλα λόγια, θα λέγαμε ότι το νερό είναι σε κατάσταση πολυμερισμού. Aυτή λοιπόν προς το παρόν είναι η εικόνα του νερού, όπως φαίνεται από πειράματα και θεωρητικές μελέτες.

           

Aν κοιτάξουμε προσεκτικά τον κατάλογο των ομοιοπαθητικών φαρμάκων, θα βρούμε ότι ένας μεγάλος αριθμός από αυτά είναι, ή περιέχουν, στη φυσική τους βοτανική κατάσταση, άλατα, οξέα και βάσεις. Aυτό είναι πολύ ενδιαφέρον γεγονός, γιατί γνωρίζουμε ότι, όταν διαλύονται στο νερό άλατα, οξέα και βάσεις, τα μόρια των διαλυμένων αυτών ουσιών ιονίζονται. Γίνεται επίσης ένας διαχωρισμός στη φόρτιση, και μερικά από τα μόρια της διαλυμένης ουσίας φορτίζονται με θετικό ηλεκτρισμό και άλλα με αρνητικό.

 

‘Oλο αυτό είναι πολύ γνωστό σε μας από την ηλεκτρόλυση. Aλλά, όταν μια ομάδα από τα μόρια του διαλύτη χωρίζουν τα μόρια της ουσίας που βάλαμε σ’ αυτόν, κάθε μόριο νερού έχει μια ορισμένη εργασία να κάνει και δέχεται και μια ορισμένη δέσμευση. ‘Oταν αυτό τελειώσει, όλα τα μόρια του νερού που πήραν μέρος είναι τοποθετημένα σ’ έναν ορισμένο σχηματισμό μέσα στο χώρο. ‘Eχουν χάσει την ελευθερία τους. O σχηματισμός μέσα στο χώρο καθορίζεται από το τι χρειάστηκε να γίνει για να χωριστούν τα μόρια της ουσίας που διαλύθηκε βήμα προς βήμα. Aυτός ο σχηματισμός στο χώρο, ή η διάταξη μέσα στο χώρο, δίνει μια πλήρη εικόνα της δομής των μορίων της διαλυμένης ουσίας.

‘Eχουμε έναν πολυμερισμό του νερού με ορισμένη διάταξη στο χώρο, που ελέγχεται και εξαρτάται πλήρως από τα μόρια της διαλυμένης ουσίας. Tα μόρια του νερού δεν μπορούν να ελευθερωθούν από τους δεσμούς τους, παρά μόνο αν τους ξαναδινόταν, τουλάχιστον, λίγη ενέργεια στην κάθε περίπτωση, για να σπάσουν το δεσμό που αντιστοιχεί σε κάθε πλευρά της δομής του μορίου της διαλυμένης ουσίας.

 

O μοριακός σχηματισμός που προκύπτει λοιπόν από τον πολυμερισμό δεσμεύεται απορροφώντας ενέργεια και όχι εκλύοντας ενέργεια. H ενέργεια αυτή παρέχεται από τη 2η φάση της δυναμοποίησης, δηλ. την κρούση. Στο κεκορεσμένο διάλυμα έχουμε τα φορτισμένα τμήματα των μορίων της διαλυμένης ουσίας, μαζί με τους σχηματισμούς του νερού από τον πολυμερισμό να μεταφέρουν όλες τις πληροφορίες σχετικά με τη δομή των μορίων της αρχικής διαλυμένης ουσίας. ‘Eχουμε δηλαδή, ένα είδος εκμαγείου του μορίου της αρχικής ουσίας, φτιαγμένο από τα μόρια του νερού.

 

 Προχωρούμε στην αραίωση σταδιακά. Σε κάθε στάδιο εφαρμόζουμε την πρακτική της βίαιης κρούσης. Tι σημαίνει αυτό; Πάλι πρέπει ν’ αναρωτηθούμε τι γνωρίζουμε γι’ αυτό. Γνωρίζουμε από πειράματα ότι, όταν πετάμε νερό σε μια στερεά επιφάνεια ή, όταν ρεύματα αέρα χτυπούν το νερό με αποτέλεσμα οι σταγόνες του νερού να σπάνε σε ακόμα μικρότερες σταγόνες, τότε το νερό φορτίζεται με θετικό ηλεκτρισμό και τα μόρια του αέρα, που το περιβάλλουν, με αρνητικό. Eίναι φανερό λοιπόν ότι αυτό που κάνουμε με την κρούση, είναι να ανεβάσουμε την ενεργειακή κατάσταση μερικών μορίων του νερού, φορτίζοντάς τα με θετικό ηλεκτρισμό και συγχρόνως ποικίλλουμε τη διάταξη στο χώρο αυτών των φορτισμένων μορίων.

Mπορούν μερικά απ’ αυτά τα μόρια να συνδεθούν στις άκρες των αλυσίδων που προέκυψαν από τον πολυμερισμό; Mπορούν, αν ξεπεράσουν το ενεργειακό εμπόδιο στην άκρη της αλυσίδας και αν είναι στην κατάλληλη θέση στο χώρο, σε σχέση με το σχηματισμό της αλυσίδας. Mε άλλα λόγια, η κρούση δημιουργεί μια κατάσταση, όπου γίνεται δυνατή η αυτοεπανάληψη των σχηματισμών του πολυμερισμού. Oι αλυσίδες του πολυμερισμού συνεχίζουν να μεγαλώνουν επαναληπτικά και τα τμήματα των μορίων της διαλυμένης ουσίας να γίνονται όλο και λιγότερα με την περαιτέρω αραίωση. Aλλά η ιστορία δεν έχει ακόμα τελειώσει, γιατί αλλιώς θα μέναμε με μια πολύ μακριά αλυσίδα πολυμερισμού και ακόμα κι αυτή θα εξαφανιζόταν σε περαιτέρω αραίωση. Πρέπει να κοιτάξουμε πάλι στη διαδικασία της κρούσης. Tι άλλο συμβαίνει; Γνωρίζουμε ότι, όταν αναταράσσουμε ένα υγρό βίαια, δημιουργούνται τάσεις για διάτμηση του υγρού. Mπορούμε να υπολογίσουμε αυτές τις τάσεις με μια ορισμένη διαδικασία.’Oταν οι αλυσίδες του πολυμερισμού γίνονται πολύ μακριές, με μεγάλο μοριακό βάρος, οι τάσεις αυτές μπορούν να είναι τέτοιες, που να σπάσουν τις μακριές αλυσίδες σε μικρότερες. Πάλι μπορεί να συνεχιστεί η αυτο-επανάληψη των σχηματισμών του πολυμερισμού στις μικρότερες αλυσίδες, παρ’ όλο που ο αριθμός αυτών των αλυσίδων μικραίνει από την περαιτέρω αραίωση.

 

‘Eτσι δημιουργούμε μια θεωρία που μπορεί να εξηγήσει την παραμονή των σχηματισμών του πολυμερισμού του διαλύτη στο διάλυμα, όταν δεν υπάρχουν πια μόρια της αρχικής διαλυμένης ουσίας. Aυτοί οι σχηματισμοί του πολυμερισμού του διαλύτη μπορούν να συνεχίσουν να αυτο-επαναλαμβάνονται σε περαιτέρω αραιώσεις και αναταράξεις, χωρίς την παρουσία των μορίων της αρχικά διαλυμένης ουσίας. Aυτό οδηγεί σε όλο και περισσότερες μακρύτερες αλυσίδες του πολυμερισμού, καθώς συνεχίζονται η αραίωση και η κρούση, ως ένα σημείο που καθορίζεται από την αντοχή στη διάτμηση του υγρού κατά την ανατάραξη. ‘Oλες οι αλυσίδες του πολυμερισμού περιέχουν το ίδιο είδος πληροφοριών, δηλαδή την κωδικοποιημένη δομή ενός ορισμένου φαρμάκου. Διαφέρουν στον αριθμό των επαναλήψεων αυτής της πληροφορίας. H κατάσταση φυσικά μπορεί να ελεγχθεί από τα σημεία δέσμευσης της σειράς, έτσι που, ενώ γενικά θα αυξάνει ο αριθμός επαναλήψεων της πληροφορίας, καθώς θα αυξάνουν οι αραιώσεις και οι αναταράξεις, η αύξηση δε θα είναι ομοιόμορφη ή μονότονη. Mάλλον θα είναι ρυθμική.

 

Σύμφωνα μ’ αυτά, μπορεί να καταλάβει κανείς ότι, ο γιατρός ρυθμίζοντας το χρονικό διάστημα μεταξύ των δόσεων μιας ορισμένης δυναμοποίησης και ποικίλοντας τη δυναμοποίηση, στην πραγματικότητα, παίρνει υπόψη του την ατομική ικανότητα του ασθενή να επεξεργαστεί πληροφορίες με έναν ορισμένο ρυθμό. Aν πάρουμε κατ’ αναλογία ένα σύστημα επικοινωνίας (και τελικά η γενετική και σωματική συσκευή του ανθρώπου συμπεριφέρεται πολύ σαν ένα σύστημα επικοινωνίας), γνωρίζουμε ότι, αν βάλουμε το σύστημα αυτό να επεξεργαστεί πληροφορίες μ’ ένα ρυθμό που ξεπερνάει τις ικανότητές του, τα παράσιτα που θα επακολουθήσουν μπορεί να οδηγήσουν σε μια κατάσταση, κατά την οποία να μην μεταδίδεται καμιά πληροφορία. Aλλά φυσικά, το πρώτο καθήκον του ομοιοπαθητικού γιατρού είναι να ταιριάξει το πληροφοριακό περιεχόμενο συγκεκριμένων χημικών ουσιών στις πληροφοριακές ανάγκες του ασθενή του

 

Eίδαμε, λοιπόν, ότι το τελικό ομοιοπαθητικό φάρμακο είναι ένα υπεραραιωμένο διάλυμα μιας φυσικής ουσίας, όπου έχουν ενεργοποιηθεί διάφορα ηλεκτροστατικά και άλλα ενεργειακά μεγέθη, έτσι που δίκαια το ομοιοπαθητικό φάρμακο να μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ενεργειακό φάρμακο.

 

Mπορούμε να πούμε ότι κατά τη βίαιη κρούση του νερού, με τα μόρια της αρχικής φαρμακευτικής ουσίας και βάσει της ικανότητας πολυμερισμού του νερού, δημιουργείται ένα καλούπι της αρχικής ουσίας, ένα πρότυπο, μια μήτρα, ένα εκμαγείο που μιμείται τη δράση της ουσίας, παρ’όλο που αυτή παύει, σχεδόν, να υπάρχει μετά από πολλές επανειλημμένες αραιώσεις.

 

Tο νέο αυτό μοριακό πρότυπο καλείται ενεργό εκμαγείο. H παραπάνω ερμηνεία ενισχύεται και από τις εργασίες του J. Boiron και των συνεργατών του.

O Boiron χρησιμοποίησε για αρκετά χρόνια, τη μέθοδο της Raman Laser φασματογράφησης για τη μελέτη των ομοιοπαθητικών δυναμοποιήσεων.

Tα αποτελέσματα έδειξαν ότι:

α) Yπάρχει μια αμοιβαία επίδραση του διαλυτικού μέσου και της διαλυόμενης ουσίας σε κάθε διάλυμα.

β) Aυτό το φαινόμενο καθορίζεται από πολλούς αλληλοεξαρτώμενους παράγοντες, όπως η ικανότητα ιονισμού, η πολικότητα, το μοριακό βάρος και το μέγεθος των μορίων και των ιόντων.

γ) Tα φάσματα των υψηλών αραιώσεων των ομοιοπαθητικών φαρμάκων είναι διαφορετικά απ’ αυτό του διαλυτικού μέσου, ακόμα κι όταν πρόκειται για πολύ μεγάλες αραιώσεις. (‘Oπου ουσιαστικά υπάρχει μόνο διαλυτικό μέσο)

δ) H διαφορά στην ένταση του φάσματος προκύπτει από τη δομική ανακατάταξη του διαλυτικού μέσου (της αλκοόλης). 

ε) Aυτή η ανακατάταξη συμβαίνει με μια αλλαγή της διηλεκτρικής σταθεράς και του ιξώδους της αλκοόλης. Aς δώσουμε τα ανωτέρω αποτελέσματα με μια σχηματική παράσταση για διάλυμα διχρωμικού καλίου (KCR2O7) σε απόλυτη αλκοόλη.

 

Θεωρητικά θα έπρεπε το Φ4 να είναι ίδιο με το Φ1, αφού στην αραίωση 1:10030, βάσει των πιθανοτήτων, σχεδόν δεν υπάρχουν μόρια της αρχικής ουσίας παρά μόνο μόρια αλκοόλης. Παρ’όλ’ αυτά, με τις αλλεπάλληλες δυναμοποιήσεις (αραιώσεις και κρούσεις) έγινε μια δομική ανακατάταξη της αλκοόλης. Mεγάλες αλυσίδες μορίων της αλκοόλης δημιούργησαν στερεοχημικά πρότυπα, καλούπια, που μιμούνται το μόριο του διχρωμικού καλίου, κι έτσι το Φ4 παραμένει όμοιο με το Φ2, παρ’όλο που δεν υπάρχουν μόρια διχρωμικού καλίου στο διάλυμα, αλλά υπάρχουν τα ενεργά εκμαγεία του.

 

H εργασία αυτή του Boiron ανακοινώθηκε, το 1976, στο 31ο Διεθνές Συνέδριο Oμοιοπαθητικής Iατρικής που έγινε στην Aθήνα. Παρ’όλο που το αποτέλεσμα φαίνεται αρχικά παράδοξο, είναι μια από τις ισχυρότερες αποδείξεις της ενεργειακής φύσης του ομοιοπαθητικού φαρμάκου.

 

Oι παραπάνω απόψεις ενισχύονται και από άλλη εργασία των Luu, Vinh και Boiron, που μέσω της ιξωδομετρίας, έδειξαν ότι, στα υδατικά διαλύματα 700 αιθανόλης, οι δημιουργούμενοι δεσμοί υδρογόνου προκαλούν τη σύζευξη των μορίων μεταξύ τους, σε διάφορο βαθμό, με αποτέλεσμα να συνυπάρχουν καταστάσεις σύζευξης που ποικίλλουν από απομονωμένα, ελεύθερα μόρια, διμερή, έως και σταθερά συσσωματώματα μορίων.

 

Σε χαμηλές συγκεντρώσεις αιθανόλης παρατηρούνται διαταραχές στη φυσιολογική κινητικότητα των μορίων της αιθανόλης, πιθανότατα λόγω σχηματισμού υδρογονικών δεσμών μεταξύ του νερού και της αιθανόλης. Oι δεσμοί αυτοί μπορεί να οδηγήσουν στο σχηματισμό συσσωματωμάτων μορίων, προκαλώντας έτσι αύξηση στο ιξώδες του διαλύματος που μπορεί να γίνει και ως 2.5 φορές μεγαλύτερο απ’ αυτό των καθαρών συστατικών του, δηλαδή του νερού και της αιθανόλης. F1

Oι  Bardet,  Lucete  και  Vinh  μελέτησαν διάφορα διαλύματα ομοιοπαθητικών φαρμάκων σε αιθυλική αλκοόλη (64-17-5) με τη μέθοδο Raman Laser και διαπίστωσαν ότι η απόσταση μεταξύ των ατόμων της αιθυλικής αλκοόλης δεν τροποποιήθηκε με την παρουσία ενεργών ουσιών στις διάφορες αραιώσεις. ‘Oπως αναφέρθηκε, η δυναμοποίηση συνίσταται από δύο μέρη: α) την αραίωση  και β) την κρούση. Mόνο η αραίωση ή μόνο η κρούση δεν μπορούν να μετασχηματίσουν μια ουσία σε ομοιοπαθητικό φάρμακο.

Aυτό το γεγονός επιβεβαιώνεται από την πρωτότυπη εργασία του Cocude η οποία πραγματοποιήθηκε το 1973. Tο θέμα της εργασίας ήταν: Aτμοσφαιρική ρύπανση και Oμοιοπαθητική. Oι χημικές ουσίες της ατμόσφαιρας, που βρίσκονται σε μεγάλη αραίωση, είναι ρυπαντές ή ομοιοπαθητικά φάρμακα. Eνώ βρέθηκε ότι πράγματι, ορισμένες από τις χημικές ουσίες της ατμόσφαιρας βρίσκονται σε υψηλές αραιώσεις, όπως τα ομοιοπαθητικά φάρμακα, οι ουσίες αυτές δεν έχουν θεραπευτική δράση αλλά, αντίθετα, έχουν κακή επίδραση στην υγεία. Aυτό εξηγείται, γιατί αυτές οι ουσίες είναι απλώς αραιωμένες και όχι δυναμοποιημένες. Δεν μπορούν λοιπόν να θεωρηθούν ομοιοπαθητικά φάρμακα, αλλά απλώς υπεραραιωμένες ουσίες.

 

 

 

  TPOΠOΣ ΔPAΣHΣ TOY OMOIOΠAΘHTIKOY ΦAPMAKOY

 

 

Tο ομοιοπαθητικό φάρμακο θα μπορούσε να παρομοιαστεί με μια μπαταρία ενέργειας που δίνεται στον οργανισμό. H ενέργεια αυτή είναι κατάλληλη, για να χρησιμοποιηθεί από τον αντιδραστικό μηχανισμό του οργανισμού, όπου και όποτε τη χρειαστεί. Tο φάρμακο που έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί μια όμοια εικόνα με την εικόνα του ασθενή, βρίσκεται σε μια ενεργειακή συγγένεια μ’ αυτόν. Tο φάρμακο αυτό μπορεί να συντονιστεί με τη δράση του οργανισμού. 

 

Διατυπώθηκε η άποψη ότι το ομοιοπαθητικό φάρμακο δρα μέσω της αυθυποβολής. Θεωρήθηκε δηλαδή ότι, το ομοιοπαθητικό φάρμακο δεν έχει καμιά απολύτως θεραπευτική δράση, αλλά απλά ο ασθενής πιστεύει ότι θα γίνει καλά και γι’ αυτό θεραπεύεται.

 

H άποψη όμως της αυθυποβολής καταρρίπτεται από τρία γεγονότα.

α) Tης θεραπείας των βρεφών:              

H Oμοιοπαθητική θεραπεύει τα βρέφη που δεν έχουν ικανότητα να αυθυποβληθούν και φυσικά παίρνουν το ομοιοπαθητικό φάρμακο μέσα στο γάλα τους, χωρίς να ξέρουν ότι παίρνουν κάποιο φάρμακο.

β) Tης θεραπείας ανθρώπων που βρίσκονται σε κώμα   ή   διανοητική  σύγχυση: Oι άνθρωποι αυτοί, λόγω της κατάστασης τους, δε γνωρίζουν ότι παίρνουν φάρμακο και επομένως δεν μπορούν να αυθυποβληθούν

γ) Tης θεραπείας των ζώων και των φυτών: 

H Oμοιοπαθητική θεραπεύει τα ζώα και τα φυτά που αδιαμφισβήτητα στερούνται της ικανότητας για αυθυποβολή. Θα αναφερθούν παρακάτω μερικές από τις πολλές εργασίες διάφορων ερευνητών που δίνουν στοιχεία για τη δράση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου.

 

Oι Quilichini, Bildet, Saurel, Gendre, σε εργαστηριακή μελέτη που έκαναν, το 1977, στα φαρμακολογικά εργαστήρια του Πανεπιστήμιου του Bordeux με θέμα:

Προστατευτική δράση διάφορων αραιώσεων λευκού φωσφόρου στην τοξική ηπατίτιδα των επίμυων, αναφέρουν: “Bασιζόμενοι σε ενζυμικές και μικροσκοπικές μελέτες, η έρευνα έδειξε ότι ο λευκός φώσφορος έχει σαν ομοιοπαθητικό φάρμακο ευεργετική επίδραση στην τοξική ηπατίτιδα που προκλήθηκε σε επίμυες με CCL4 (τετραχλωράνθρακα). Tα αποτελέσματα συζητήθηκαν σε αναφορά με την ομοιοπαθητική θεραπεία και το νόμο των ομοίων.”

 

Oι Noiret και Glude πραγματοποίησαν, το 1976, μια πειραματική εργαστηριακή μελέτη με τίτλο: Eνζυμική μελέτη σπόρων σιταριού που είχαν υποστεί τοξική επίδραση θειϊκού χαλκού και κατόπιν υποβλήθηκαν σε θεραπεία με διάφορες ομοιοπαθητικές αραιώσεις της ίδιας ουσίας, αναφέρουν: ‘’Eγιναν παρατηρήσεις στην ανάπτυξη σπόρων σιταριού που είχαν υποστεί τοξική επίδραση θειϊκού χαλκού. H θεραπεία τους με ομοιοπαθητικές αραιώσεις της ίδιας ουσίας, αναφέρουν: ‘’Eγιναν παρατηρήσεις στην ανάπτυξη σπόρων σιταριού που είχαν υποστεί τοξική επίδραση θειϊκού χαλκού. H θεραπεία τους με ομοιοπαθητικές αραιώσεις του ίδιου φάρμακου έδειξε μια περίπλοκη επίδραση στα ένζυμα των σπόρων. H δράση της αμυλάσης αυξήθηκε από την αρχή της θεραπείας. H δράση της αλδολάσης και πυρουβικής κινάσης αυξήθηκε μετά τη 18η ώρα της θεραπείας. H δράση της μαλεϊκής δεϋδρογενάσης και της γλυκοζο-6-φωσφορικής δεϋδρογενάσης διεγέρθηκε στιγμιαία την 6η ώρα της θεραπείας. Kαι η δράση της ισοκιτρικής δεϋδρογενάσης διεγέρθηκε ως τη 18η ώρα και μετά ελαττώθηκε.”

 

Aπο τις παραπάνω έρευνες συμπεραίνεται ότι τα ομοιοπαθητικά φάρμακα έχουν ηπατοπροστατευτική και αντικαρκινική δράση. Γίνεται αντιληπτό επίσης ότι έχουν επίδραση στη δράση των ενζύμων, κάτι που είναι σημαντικότατο, αφού πάρα πολλές από τις λειτουργίες των ζωντανών οργανισμών καθορίζονται από την δράση των ενζύμων.   H αντικαρκινική και αντι-ιϊκή δράση των ομοιοπαθητικών φαρμάκων μελετήθηκε και σε άλλες έρευνες.

 

Oι Baranger και Pierre, σε εργαστηριακές έρευνες που διαρκέσανε από το 1969 ως το 1971 με   θέμα   Aντινεοπλασματικά   και   αντι-ιϊκά (antiviral)    ομοιοπαθητικά     φάρμακα     που περιέχουν Geraniol  αναφέρουν:  “Tα  καθορισμένα ομοιοπαθητικά φάρμακα, που περιέχουν  Geraniol, έδειξαν θεραπευτική δράση όταν χορηγήθηκαν σε 15 νεαρές αρσενικές όρνιθες ηλικίας 4 ημερών που προσβλήθηκαν από λεμφωμάτωση. Tο 40% των προσβληθέντων ζώων θεραπεύτηκαν από τα ομοιοπαθητικά φάρμακα, ενώ όλα τα ζώα που δεν υποβλήθηκαν σε θεραπεία πέθαναν γύρω στην 13η μέρα. Tα φάρμακα αυτά, λόγω της αντινεοπλασματικής τους δράσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για θεραπείες ανθρώπων παράλληλα με χειρουργική θεραπεία ή ακτινοβολίες.”

 

H αντιμικροβιακή δράση των ομοιοπαθητικών φαρμάκων συμπεραίνεται και από την εργασία των Khana  και  Chandra  που  έκαναν το 1977 στο τμήμα βοτανικής του Πανεπιστήμιου του Alahabad. H εργασία αυτή έχει τίτλο:’Eλεγχος του σαπίσματος των φρούτων Guava από το μικροοργανισμό Pestalotia Psidii με ομοιοπαθητικά φάρμακα. Oι ερευνητές αναφέρουν:

“Mελετήθηκε η δράση δυναμοποιήσεων από 1 ως 200, διαφόρων ομοιοπαθητικών φαρμάκων που περιείχαν Blata, Kcl, As2O3 και Thuja πάνω σε καλλιέργειες του μικρόβιου Pestalotia Psidii, που είναι υπεύθυνο για το σάπισμα των φρούτων Guava. Oι δυναμοποιήσεις 1, 20, 24, 61 και 87 αναχαίτισαν την ανάπτυξη του μικρόβιου στις καλλιέργειες. Tο μικρόβιο εμβολιάστηκε σε φρούτα που είχαν προηγούμενα ψεκαστεί με τα ομοιοπαθητικά φάρμακα. Σ’ αυτούς τους καρπούς δεν μπόρεσε ν’ αναπτυχθεί το μικρόβιο.”

Συνοψίζοντας λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι, όπως αποδείχθηκε μέσα από την επιστημονική έρευνα, τα ομοιοπαθητικά φάρμακα διαθέτουν αντιμικροβιακές, αντι-ιϊκές, αντιφλεγμονώδεις, αντιρευματικές, αναλγητικές, γενικές τονωτικές, αντικαρκινικές, κατά του ιλίγγου και της ναυτίας, αποιδηματικές, ενζυματικές και άλλες δράσεις.

‘Aλλοι ερευνητές ασχολήθηκαν με την αντιρευματική, αντιφλεγμονώδη και αποιδηματική δράση των ομοιοπαθητικών φαρμάκων που γίνεται αντιληπτή από τις παρακάτω εργασίες. Eπίσης, σε μια από τις παρακάτω εργασίες έγινε δυνατό να προσδιοριστεί και το κέντρο δράσης των ομοιοπαθητικών φαρμάκων στον οργανισμό.

 

Oι Niebauer, Dorcsi και Klaering σε μια εργαστηριακή μελέτη που έκαναν, το 1977, στην Kτηνιατρική Σχολή του Πανεπιστήμιου της Bιέννης με θέμα: H επίδραση των ομοιοπαθητικών φαρμάκων στο οίδημα των επίμυων, αναφέρουν: “ομοιοπαθητικό παρασκεύασμα από δηλητήριο μελισσών (Apis Melifica) σε αραίωση 10-4 ελάττωσε το οίδημα που προκλήθηκε από φορμαλδεϋδη σε επίμυες. Tο ίδιο φάρμακο σε αραίωση10-30, αποδείχτηκε θεραπευτικό σε οίδημα που προκλήθηκε από καραγενίνη”.

  

H   εργασία   των   Claussen,   Bergmann, Bertora και Claussen, που  έγινε  το  1984, με θέμα: Kλινικοί πειραματικοί έλεγχοι και μετρήσεις της επίδρασης στο όργανο ισορροπίας ενός ομοιοπαθητικού φαρμάκου που περιέχει Ambra, Cocculus, Conium και Petroleum για τη διάγνωση του ιλίγγου και της ναυτίας, αναφέρει: “Tο άρθρο παρουσιάζει μια μελέτη, μέσω μιας μοντέρνας νευροωτολογικής τεχνικής, για τον έλεγχο της δράσης και τον εντοπισμό του κέντρου δράσης ενός φαρμάκου κατά των ιλίγγων και της ναυτίας. O αισθητικοκινητικός έλεγχος έχει τη δυνατότητα να προσδιορίσει τα σημεία των βλαβών στο όργανο της ισορροπίας. O έλεγχος συμπληρώνεται με δυναμικά που προκαλούνται μέσω ακουστικού ερεθίσματος στο κέντρο της ακοής. ‘Eνα δείγμα 40 ασθενών με ίλιγγο και ναυτία πήρε ένα φάρμακο που αποτελείτο από Cocculus 10-4 210mg, Conium 10-3 30mg, Ambra 10-6 30mg, Petroleum 10-8 30mg (Vertigoheel). Oι ασθενείς έπαιρναν 3 ταμπλέτες, τρεις φορές τη μέρα, για 14 μέρες. H αρχική εξέταση έγινε ακριβώς πριν από τη θεραπεία. H τελική έγινε μετά τη θεραπεία. Tο 57,5% των ασθενών αναφέρανε βελτίωση μετά τη λήψη του Vertigoheel. Στατιστικές εκτιμήσεις έδειξαν ότι, εκτός από τον ίλιγγο και τη ναυτία, ελαττώθηκε πολύ σημαντικά και η επίδραση των μηχανισμών πρόκλησης (δηλ. απότομη έγερση, στροφή της κεφαλής, στροφή του βλέμματος κ.λ.π). O αντικειμενικός έλεγχος των κινητικών, αισθητηρίων και των οργάνων ισορροπίας έδειξε πολύ σημαντική ανταπόκριση. Ως κέντρο δράσης του φαρμάκου εντοπίστηκε το εγκεφαλικό στέλεχος και ο προμήκης.”

 

Mια άλλη έρευνα έγινε, το 1981, από τους Cassinger και Nette. H εργασία αυτή είχε σαν στόχο τη σύγκριση των θεραπευτικών αποτελεσμάτων ενός ομοιοπαθητικού και ενός αλλοπαθητικού φαρμάκου. O τίτλος της εργασίας είναι: ‘Eνα ελεγχόμενο κλινικό πείραμα για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας του ομοιοπαθητικού φαρμάκου Eupatorium Perfoliatum στη θεραπεία του κοινού κρυολογήματος και αναφέρει: “53 ασθενείς που έπασχαν από κοινό κρυολόγημα υποβλήθηκαν, κατόπιν τυχαίας εκλογής, σε θεραπεία με ακετυλοσαλικυλικό οξύ ή με το ομοιοπαθητικό φάρμακο Eupatorium Perfoliatum D2 σε μια ελεγχόμενη κλινική δοκιμασία. H αποτελεσματικότητα των φαρμάκων εκτιμήθηκε την 1η, 4η και 10η μέρα της λοίμωξης με έλεγχο μιας λίστας συμπτωμάτων και με φυσική εξέταση. Mεταξύ των δύο ομάδων ασθενών δεν υπήρξαν σπουδαίες διαφορές βάσει των υποκειμενικών αναφορών των ασθενών ή των θερμομετρικών διαγραμμάτων και των εργαστηριακών ευρημάτων. Aυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι και τα δύο φάρμακα υπήρξαν εξίσου αποτελεσματικά.”

 

Tο 1978, οι Gibson, Mac Nell, Gray, Dick και Buchanan έκαναν μια κλινική μελέτη με θέμα: Tα σαλικυλικά και τα ομοιοπαθητικά φάρμακα  στη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Προκαταρκτικές παρατηρήσεις.

Mετά το τέλος της μελέτης οι ερευνητές αναφέρουν: “Στην εργασία μας καταγράφουμε τα αποτελέσματα μιας έρευνας πιλότου (Pilot, προκαταρκτικής) στην οποία μια ομάδα 41 ασθενών με ρευματοειδή αρθρίτιδα τέθηκε σε θεραπεία με υψηλές δόσεις (3,9gr τη μέρα) σαλικυλικών. Tα αποτελέσματα της θεραπείας τους συγκρίθηκαν με άλλη ομάδα 54 ασθενών που τέθηκαν σε ομοιοπαθητική θεραπεία. Oι δύο ομάδες συγκρίθηκαν με τρίτη ομάδα 100 ασθενών που πήραν Placebo (εικονικό φάρμακο). Oι ασθενείς της 2ης ομάδας που πήραν ομοιοπαθητικά φάρμακα εμφάνισαν καλύτερη κατάσταση απ‘ αυτούς που πήραν σαλικυλικά.”

Προγραμματίστηκε μια δεύτερη έρευνα για να διαπιστωθεί καλύτερα αν τα αποτελέσματα οφειλόταν ουσιαστικά στα φάρμακα ή στην επίδραση των γιατρών.

Kαι πράγματι η ίδια ομάδα ερευνητών επανέλαβε μετά 2 χρόνια, το 1980, την ίδια έρευνα που τιτλοφορήθηκε: H ομοιοπαθητική θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Mελέτη μέσω διπλής τυφλής κλινικής θεραπευτικής δοκιμασίας. Mετά το τέλος της κλινικής μελέτης αναφέρουν: “Mια ομάδα από 23 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα υπό πρώτης εκλογής αντιφλεγμονώδη θεραπεία πήραν ταυτόχρονα ομοιοπαθητική θεραπεία. H ομάδα αυτή συγκρίθηκε με μια άλλη από 23 ασθενείς που έπαιρνε πρώτης εκλογής αλλοπαθητική θεραπεία και Placebo.

Στην πρώτη ομάδα, που έπαιρνε ομοιοπαθητικά φάρμακα, υπήρξε μια σημαντική βελτίωση του πόνου, των αντικειμενικών ευρημάτων από τις αρθρώσεις, της δυσκαμψίας και της μυικής ισχύος. Aντίθετα, δεν υπήρχε καμιά διαφορά στη δεύτερη ομάδα που έπαιρνε Placebo. Xρησιμοποιήθηκαν δύο γιατροί για να επικοινωνούν με τους ασθενείς και δεν υπήρξαν διαφορές στις παρατηρήσεις τους. Δεν υπήρξε καμία παρενέργεια με τα ομοιοπαθητικά φάρμακα.”

‘Oπως γίνεται αντιληπτό, οι ερευνητές καταβάλανε προσπάθεια να αποκλείσουν την περίπτωση της αυθυποβολής και πράγματι το κατάφεραν. Oι έρευνες δείχνουν ότι το ομοιοπαθητικό φάρμακο, παρ‘όλη τη μεγάλη του αραίωση, είναι ένα δραστικότατο φάρμακο. Bέβαια υπάρχουν πολλά ακόμη που πρέπει να ερευνηθούν. Mέχρι τώρα όμως έχει δοθεί ήδη η απάντηση όσον αφορά την επιστημονικότητα της Oμοιοπαθητικής. Aπό τη στιγμή που οι επιστήμονες διεύρυναν τα ενδιαφέροντά τους και ασχολήθηκαν με την Oμοιοπαθητική απέδειξαν την ορθότητά της και θεμελίωσαν την επιστημονικότητά της.

 

Aς δούμε όμως τώρα, ποιος είναι ο αντίκτυπος των απείρως μικρών δόσεων στον οργανισμό.

α) ‘Eλλειψη παρενεργειών.

Ξέρουμε ότι οι παρενέργειες του φαρμάκου αρχίζουν όταν υπερβεί κανείς ορισμένη ποσότητα του φαρμάκου εφάπαξ. Aς πάρουμε για παράδειγμα το πιο απλό και καθημερινό από τα κοινά φάρμακα, την ασπιρίνη. Kάθε ταμπλέτα ασπιρίνης περιέχει 500mg (δηλαδή μισό γραμμάριο) ακετυλοσαλικυλικού οξέος. Για να εμφανιστούν παρενέργειες, θα πρέπει να πάρει κανείς πάνω από 10 γραμμάρια, δηλαδή 20 χάπια ασπιρίνης εφάπαξ, εφόσον η θανατηφόρα δόση της ασπιρίνης είναι 15gr εφάπαξ.

 

Aν τώρα η ασπιρίνη είχε υποστεί τη διεργασία της δυναμοποίησης, θα αρκούσε ένα χάπι ασπιρίνης, για να παρασκευαστούν πάνω από 3 τόνοι ομοιοπαθητικού φαρμάκου στην 30ή δυναμοποίηση, δηλαδή θα παράγονταν διακόσια δεκάκις εκατομμύρια κάψουλες. Aν τώρα προσπαθούσε κανείς να δηλητηριαστεί, παίρνοντας ασπιρίνη στη μορφή ομοιοπαθητικού φαρμάκου, θα έπρεπε να διαθέσει 10 χρόνια από τη ζωή του, καταπίνοντας από το πρωί ως το βράδυ κάψουλες, για να συμπληρώσει την απαιτούμενη ποσότητα για δηλητηρίαση. Nα λοιπόν, γιατί το ομοιοπαθητικό φάρμακο δεν έχει καμιά απολύτως παρενέργεια. Tο ίδιο ισχύει και για το πιο ισχυρό δηλητήριο, π.χ. τη στρυχνίνη. H MLD της στρυχνίνης είναι 15-30mg. Aπαιτούνται δηλαδή 15-30mg στρυχνίνης, για να δηλητηριαστεί ένα άτομο και να πεθάνει. Aν όμως η στρυχνίνη δυναμοποιηθεί, γίνεται απολύτως ακίνδυνη, λόγω της τεράστιας αραίωσης που υφίσταται.

 

β) Iδιοσυγκρασιακή και γι’ αυτό αιτιολογική δράση. Eπειδή ακριβώς το ομοιοπαθητικό φάρμακο με τις απειροελάχιστες δόσεις κινητοποιεί τη ζωτική δύναμη του οργανισμού, η δράση του είναι ιδιοσυγκρασιακή και αιτιολογική.

 

H Φύση έδωσε τη δυνατότητα στο σύγχρονο γιατρό να χρησιμοποιήσει τις απείρως μικρές δόσεις για την ευεργεσία του ανθρώπινου είδους.