Skip to main content
ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ: ΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΕΞΑΣΚΗΣΕΙ

ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ: ΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΕΞΑΣΚΗΣΕΙ

ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ: ΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΕΞΑΣΚΗΣΕΙ

Πολύ συχνό είναι το ερώτημα σχετικά με το ποιός μπορεί να εξασκεί την ομοιοπαθητική. Το ερώτημα αυτό δεν χρειάζεται να απαντηθεί υποκειμενικά βάσει της γνώμης της δικής μου ή  κάποιου άλλου, αλλά  μπορεί ουσιαστικά να απαντηθεί βάσει του νόμου.

Ο νόμος ορίζει την ιατρική πράξη και καθορίζει τις υπευθυνότητες αυτού που την ασκεί δηλαδή του γιατρού.

Η ιατρική πράξη περιέχει τη διάγνωση και τη θεραπεία.

Θα μπορούσε κάποιος μη γιατρός, που δεν έχει σπουδάσει πώς να κάνει διάγνωση και θεραπεία, να κάνει ιατρική πράξη; Μπορεί κάποιος, που δεν έχει σπουδάσει ιατρική, να ερμηνεύσει τα συμπτώματα ενος ασθενούς και να διαγνώσει την ασθένεια απο την οποία πάσχει; μπορεί να διαβάσει και να ερμηνεύσει ιατρικές εξετάσεις; Μπορεί στη συνέχεια να συστήσει την ενδεικνυόμενη θεραπεία;

Ο νόμος λέει ότι για όλα αυτά ειδικός και νόμιμα εξουσιοδοτημένος απο την πολιτεία είναι ο γιατρός. Για κάθε άλλον είναι μη νόμιμο και το αδίκημα που διαπράττει κάποιος σε αυτή την περίπτωση είναι αντιποίηση του ιατρικού επαγγέλματος.  

Δεδομένου οτι η ομοιοπαθητική θεραπεία είναι ιατρική πράξη, δηλαδή περιέχει διάγνωση και θεραπεία βγαίνει το συμπέρασμα ότι η ομοιοπαθητική, βάσει του νόμου, μπορεί και πρέπει να εξασκείται από γιατρούς. Και είναι αυτονόητο, όπως για κάθε άλλη δραστηριότητα.

Θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα π.χ ποιός μπορεί να κάνει νομική πράξη; Η νομική πράξη περιλαμβάνει εκτός άλλων τη σύνταξη δικογράφου και την παράσταση στο δικαστήριο. Θα μπορούσε ένας μη δικηγόρος να εκτελέσει νομική πράξη; Το συμπέρασμα είναι αυτονόητο, όχι. Αν κάποιος μη δικηγόρος παρασταθεί στο δικαστήριο για να εκτελέσει νομική πράξη, θα διαπράξει το αδίκημα της αντιποίησης του δικηγορικού επαγγέλματος.

Σκεπτόμενος λοιπόν κανείς βάσει του νόμου, αντιλαμβάνεται ότι το ίδιο ισχύει για όλα τα επαγγέλματα και ιδιαίτερα για εκείνα που απαιτούν ειδική άδεια βάσει ειδικών σπουδών, που καθορίζονται απο το νόμο. Αυτήν ακριβώς την περίπτωση καλύπτει ο νόμος και ορίζει τη χρονική διάρκεια, τις εξετάσεις και τις διαδικασίες για την απόκτηση άδειας άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος. Κάποιος που δεν έχει περάσει μέσα απο αυτές τις σπουδές και τις νόμιμες διαδικασίες δεν δικαιούται, βάσει του νόμου πάντα, να ασκεί το ιατρικό επάγγελμα.

Τελικά, λοιπόν, η ομοιοπαθητική είναι ιατρική πράξη και βάσει του νόμου μπορεί να εξασκείται μόνο απο γιατρούς.  

Η έλλειψη παρενεργειών του ομοιοπαθητικού φαρμάκου δεν δικαιολογεί ακροβασίες ως προς την υγεία, διότι ή μεγαλύτερη «παρενέργεια» ενός που δεν έχει σπουδάσει ιατρική είναι ότι δεν μπορεί να κάνει διάγνωση, άρα καθυστερεί την ενδεικνυόμενη θεραπεία, που μπορεί να είναι η ομοιοπαθητική ή η αλλοπαθητική ή ο συνδυασμός τους. Αυτό μόνο ο γιατρός έχει τη δυνατότητα να το κρίνει.

Η ομοιοπαθητική διάγνωση είναι ένα δύσκολο έργο, διότι εκτός από την εξιχνίαση των όσων κρύβει μια συγκεκριμένη συμπτωματολογία, πρέπει ο ομοιοπαθητικός γιατρός να συνδέσει την παθολογική εικόνα με την ιδιοσυγκρασία του ασθενούς και να την συνεκτιμήσει. 

Ο ομοιοπαθητικός ιατρός πρέπει να ξέρει και να αξιολογεί τα εργαστηριακά ευρήματα, να έχει ευρεία γνώση του παθολογικού μέρους πολλών ειδικοτήτων, αλλά και τη γνώση και την ικανότητα διερεύνησης και συνδυασμού όλων αυτών των ευρημάτων με την ιδιοσυγκρασία του κάθε ασθενούς.

Ο ομοιοπαθητικός γιατρός επίσης πρέπει να στέκεται μακρυά απο φανατισμούς. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για τον αλλοπαθητικό γιατρό.

Είναι συχνό το φαινόμενο να είναι ο γιατρός φανατικός με την ειδικότητά του και τον τρόπο που αντιμετωπίζει εναν ασθενή αποκλείοντας κάθε τι που δεν εμπίπτει στις δικές του γνώσεις. Ο ασθενής δεν χρειάζεται απολυτότητα και κινδυνολογία. Ο γιατρός πρέπει να είναι φίλος του και αρωγός του. Ο ασθενής, ειδικά όταν αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας, βρίσκεται σε μία πολύ δύσκολη ψυχολογική κατάσταση και χρειάζεται ενθάρυνση και άμεση κατάλληλη θεραπεία.

Η ψυχολογική ενθάρυνση απο το γιατρό είναι απαραίτητη, διότι βοηθά τον ασθενή να αντιμετωπίζει πιο αισιόδοξα την κατάσταση του και έτσι κινητοποιείται και η δική του αυτοθεραπευτική ικανότητα. Βέβαια, το βασικό είναι η έγκαιρη διάγνωση και η κατάλληλη θεραπεία. Γι αυτό πρέπει να μην παραμελεί κανείς τον εαυτό του και σε κάθε περίπτωση, που κάτι δεν πάει καλά με την υγεία του, να απευθύνεται έγκαιρα και με εμπιστοσύνη στο γιατρό του.

-Αναδημοσίευση από την καθημερινή εφημερίδα της Θράκης "Η ΓΝΩΜH" www.gnomi-evros.gr